Μὲ τὴν Κυριακή των Ἁγίων Πάντων, Ἐξοχώτατε κ. Πρόεδρε τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας, ἅγιοι Ἀδελφοί Σεβασμιώτατοι Μητροπολῖται Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομε καί Μεγάρων καί Σαλαμῑνος κ. Κωνσταντῖνε, Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Σύρου, Τήνου, Ἄνδρου, Κέας καὶ Μήλου κ. Δωρόθεε, Ποιμενάρχα τῆς Θεοσώστου αὐτῆς Ἐπαρχίας, τὴν ὁποίαν θεοφιλῶς καὶ θεαρέστως διαποιμαίνετε καὶ πού μοῦ περιεποιήσατε τὴν ἰδιαίτερη τιμὴ νὰ διακονήσω τὸν ἱερὸν ἄμβωνα κατ᾿ αὐτὴν τὴν ἐπίσημον ἡμέραν ἐν τόπῳ Ἱερῷ, διό καί Σᾶς εὐχαριστῶ, ἀγαπητοὶ Πρεσβύτεροι καὶ Διάκονοι, εὐσεβὲς ἐκκλησίασμα, μέ τήν Κυριακήν τῶν Ἁγίων Πάντων, ἐπαναλαμβάνω, κατακλείεται, ὡς γνωστόν, ὁ κινητὸς κύκλος τῶν ἑορτῶν, ποὺ ἄρχισε ἀπὸ τὴν Κυριακή τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου. Στὸ κατανυκτικὸ Τριῴδιο καὶ στὸ Τριῴδιο τῶν ῥόδων, τό χαρμόσυνο Πεντηκοστάριο, μᾶς παρουσίασε ἡ Ἁγιωτάτη Ἐκκλησία μας ὅλο τό ἔργο τῆς Θείας Οἰκονομίας μὲ κέντρο τὴν Μεγάλη καὶ κοσμοχαρμόσυνη ἑορτή τοῦ Πάσχα. Κατ’ αὐτὸ τὸ χρονικὸ διάστημα τῶν ἑκατὸν καὶ πλέον ἡμερῶν, ἀπὸ τὶς 365 ἡμέρες τοῦ χρόνου, ἡ Ἐκκλησία μᾶς προέβαλε τῶν πτῶσι τῶν Πρωτοπλάστων καὶ τὴν ἀνόρθωσι τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τοῦ γένους μας, διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Χαιρετίσαμε τὴν ἔλευσι τοῦ Παρακλήτου στὸν κόσμο καὶ πανηγυρίσαμε τὴν γέννησι τοῦ νέου Λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τὸν ἐγκαινισμὸ καὶ τὴν ἔκχυσι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «ἐπὶ πᾶσαν σάρκα». Σὲ στενὸ σύνδεσμο μὲ τὴν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς εὑρίσκεται ἡ παροῦσα ἑορτή, ἡ ἑορτή τῶν Ἁγίων Πάντων, ἡ σφραγὶς καὶ τὸ τέλος τῆς μεγάλης ἑορταστικῆς περιόδου. Ἔρχεται, δηλαδή, ἡ παροῦσα ἡμέρα σὰν ἀπόδειξις τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν κόσμο.
Πανηγυρίζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, γιατί μᾶς παρουσιάζει τοὺς καρποὺς τῆς σπορᾶς ἐκείνης, τὸν θερισμὸ τῶν «λευκῶν χωρῶν» ποὺ ἐστάλησαν νὰ θερίσουν οἱ Ἀπόστολοι, καὶ προβάλλει ἔμπροσθέν μας, ὅ,τι πιὸ ὡραῖο ἔχει νὰ παρουσιάσῃ ἡ πανανθρώπινη ἱστορία. Τοὺς Ἁγίους Πάντας.
Στρατιὰ τρισένδοξη ἀποτελοῦν. Εἶναι αὐτοὶ οἱ ἡρωϊκότεροι τῶν ἀγωνιστῶν. Οἱ εὐγενέστεροι τῶν ἡρώων. Εἶναι οἱ νικηταί. Οἱ θριαμβευταὶ τοῦ κόσμου!
Στρατιὰ ἀπειράριθμη εἶναι.
«Νέφος» Ἁγίων.
Δύναται κανεὶς νὰ μετρήσῃ ποτὲ τὰ σταγονίδια ἑνὸς νέφους; Ἀδύνατο νὰ ὑπολογίσῃ καὶ τὸν ἀριθμὸ τῶν Ἁγίων. «Μυριάδες μυριάδων» εἶναι.
Εἶναι ἰδιαζόντως χαρακτηριστικὸ αὐτὸ ποὺ παρατηρεῖ εὔστοχα ὁ Νικηφόρος Ξανθόπουλος στὸ συναξάριο τῆς ἡμέρας: Οἱ θειότατοι Πατέρες ἐθέσπισαν τὴν ἑορτή αὐτὴ μετὰ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γιὰ νὰ δείξουν ὅτι ἡ παρουσία τοῦ Παναγίου Πνεύματος διὰ τῶν Ἀποστόλων ἐπέτυχε νὰ ἁγιάσῃ καὶ νὰ σοφίσῃ τὸ ἀνθρώπινο φύραμα καὶ νὰ ἀποκαταστήσῃ τοὺς ἀνθρώπους στὴν θέσι τῶν Ἀγγέλων διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἴτε μὲ τὴν προσφορὰ τοῦ μαρτυρικοῦ των αἵματος, εἴτε μὲ τὴν ἐνάρετο πολιτεία καὶ διαγωγή των. Καὶ ἔργο ὑπερφυσικὸ διαπράττεται. Κατεβαίνει τὸ Πνεῦμα, ὁ Θεός, καὶ ἀνεβαίνει ὁ χοῦς, ὁ ἄνθρωπος. Ἀνεβάζει ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ τὴν θεωθεῖσα σάρκα διά τῆς Ἀναλήψεως καὶ ἕλκει μαζὶ της καὶ ἐκείνους ποὺ θέλουν νὰ πράξουν ἔργα συνδιαλλαγῆς μὲ τὸν Θεό. Οἱ πρὶν ἀποξενωμένοι ἀπὸ τὸν Θεόν, ἑνώνονται μὲ τὸν Θεὸν καὶ γίνονται φίλοι Του. Τὰ ἔθνη προσφέρουν τὴν ἀπαρχή των, τούς Ἁγίους Πάντας.
Ἀληθῶς! Τί φύσεως ἦσαν οἱ Ἅγιοι Πάντες;
Ἦσαν τίποτε ὑπερφυσικὰ ὄντα; Ἄνθρωποι ὅμοιοι μὲ ‘μᾶς ἦταν οἱ Ἅγιοι. Ἐγεννήθησαν καὶ ἔζησαν στὴν γῆ. Σ’ αὐτὴν τὴν γῆ, ποὺ καὶ ἐμεῖς πατοῦμε. Τὴν πότισαν μὲ τὸν ἱδρώτα τους. Πολλοί, ἴσως οἱ περισσότεροι, καὶ μὲ τὸ αἷμα τους.
Ἀκολούθησαν τὸν Ἀρχηγὸ καὶ Σημαιοφόρο τῆς Πίστεώς μας. Τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἐτήρησαν τοὺς λόγους Του, τὶς ἅγιες ἐντολές Του. Ἐβάδισαν ἐπάνω στὰ ἴχνη ποὺ μᾶς ἄφησε μὲ τὸ Πανάγιο παράδειγμά Του. Τὰ αἱματοβαμμένα ἴχνη, ποὺ φθάνουν ἕως τὴν ὑπέρτατη θυσία τοῦ Γολγοθᾶ. Καὶ πολλοὶ ἀξιώθηκαν νὰ προσφέρουν καὶ τὴν ζωή τους.
Φανατικοὶ Ἰουδαῖοι, Νέρωνες καὶ Δομιτιανοί, Τραϊανοὶ καὶ Δέκιοι καὶ Διοκλητιανοὶ εἶχαν ἀγωνισθῆ τρεῖς ὁλόκληρους μαρτυρικοὺς γιὰ τὴν Ἐκκλησία αἰῶνες νὰ ἐξολοθρεύσουν τὸν νέον Λαὸν τοῦ Θεοῦ, «τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ Ναζωραίου» κατ’ αὐτούς. Νὰ καταπνίξουν στὸ αἷμα τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ! Καὶ τὴν βασιλικὴ πορφύρα μὲ τὴν ὁποία περιέβαλε τὴν Ἐκκλησία Του ὁ Κύριος, τὴν βαμμένη μὲ τὸ Ἄχραντο Αἷμα Του, τὴν ἔβαψαν καὶ μὲ τὸ μαρτυρικὸ αἷμα τους ἐκλεκτὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ πίστις τῶν Ἁγίων Μαρτύρων δοκιμάσθηκε μὲ πολλοὺς τρόπους. Μὲ ἀγῶνες σκληροὺς ἐναντίον ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν. Μὲ πόνους καὶ κόπους καὶ στερήσεις... Μὲ θλίψεις. Μὲ φρικτὰ βασανιστήρια. Μὲ χλευασμοὺς καὶ εἰρωνεῖες. Μὲ ἐξορίες καὶ δήμευσι τῆς περιουσίας…
Ἐδοκιμάσθησαν ὅπως «ὁ χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ» καὶ ἐξῆλθον γνήσιοι. Σταθεροὶ στὴν πίστι. Δυνατοὶ στὴν ἀγάπη γιὰ ‘Κεῖνον καὶ τοὺς ἀδελφούς. Καθαροὶ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ὑπέρλαμπροι ἀπὸ τὴν ἀρετή. Ἑδραιωμένοι στὴν ὑπομονὴ καὶ στὴν καρτερία. Ἄξιοι νὰ πολιτογραφηθοῦν στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν!
Τοῦτο μαρτυρεῖ ἡ Ἱερὰ Νῆσος Μῆλος στὸν Ἑλλαδικὸ χῶρο μὲ τὴν ὕπαρξι σ’ αὐτὴν τῶν κατακομβῶν. Τὶς δυσκολίες τῶν Χριστιανῶν μαρτυρεῖ ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνυπέρβλητη δύναμι τῆς πίστεως στὸν Χριστόν, ἡ ὁποία γνωρίζει νὰ ἐφευρίσκῃ τρόπους ὥστε νὰ παραμένῃ ἄσβεστο τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ καὶ παντοῦ καὶ πάντοτε νὰ κηρύττεται ὅτι «οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία» (Πραξ. δ’, 11).
Ἕνα μεταλλεῖο ὑπῆρξαν οἱ κατακόμβες γενικῶς, ὄχι μόνο τῆς Μήλου. Ἕνα μεταλλεῖο ποὺ δὲν ἐξήγαγον ἀπ᾿ αὐτὸ χρυσὸ καὶ ἄργυρο, ἀλλὰ καὶ τότε ἔβγαζαν καὶ συνεχίζουν νὰ ἐξάγουν ἐξ αὐτῶν πλούσιο μετάλλευμα Πίστεως καὶ Ἐλπίδος. Μία μελέτη τῶν ἐπιταφίων ἐπιγραφῶν σ᾿ αὐτές, θὰ ἦταν ἀρκετὴ γιὰ νὰ δείξῃ τὸν πνευματικὸ θησαυρὸ «τῶν ὀπαδῶν τοῦ Ναζωραίου». Φανερώνει:
α) Πίστι στὴν αἰώνιο ζωή. Πουθενὰ δὲν συναντᾷ κανεὶς στὶς κατακόμβες τὸ μελαγχολικὸ ἐκεῖνο «ἀφηρπάγη» ἢ «ἀπηλλάγη τοῦ ζῆν», ποὺ χρησιμοποιοῦσαν οἱ «μὴ ἔχοντες ἐλπίδα» εἰδωλολάτρες, ἀλλὰ τὸ γαλήνιο Χριστιανικὸ ρῆμα «ἀνεπαύσατο» ἢ «ἐκοιμήθη».
β) Πίστη στὴν ἀνάστασι, «προσδοκῶντες ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». Πλησμονὴ πίστεως στὴν ἀθανασία. Ζοῦν καὶ ἀποθνήσκουν «οἱ ὀπαδοὶ τοῦ Ναζωραίου» μὲ τὸ γλυκὺ μειδίαμα τῆς ἐλπίδος καὶ μυριόστομη νικητήρια ἰαχὴ βγαίνει ἀπὸ τὰ μνήματά των ἀνὰ τοὺς αἰῶνες: «Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον»;
γ) Εἰρήνη. Μὲ εἰρήνη, τὸν καρπὸ αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὄχι μὲ γόους καὶ σπαραγμοὺς προπέμπουν οἱ ζῶντες «ὀπαδοὶ τοῦ Ναζωραίου» τοὺς μεταστάντες στὴν αἰωνιότητα. «Εἰρήνη σοι ἤτω», «Εἰρήνη σοι ἐν οὐρανῷ», «Τὸ πνεῦμα σου εἰς εἰρήνην». Ἐν εἰρήνῃ ζοῦν ἐπὶ τῆς γῆς παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ζωή τους, κατὰ τοὺς τρεῖς πρώτους αἰῶνες, εἶναι διαρκῶς «κρεμαμένη ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν» των καὶ «ἐν εἰρήνῃ» πιστεύουν ὅτι ζῇ ἐκεῖνος ποὺ μετέστη καὶ ὅτι καὶ αὐτοί θὰ ἀξιωθοῦν νὰ ζήσουν στὸ βασίλειο τῆς ἀπέραντης εἰρήνης.
δ) Χαρά. Μὲ χαρὰ ζοῦσαν, μὲ χαρὰ ὥδευαν στὸ Μαρτύριο! Χαρὰ στὸν πόνο, χαρὰ καὶ στὸν θάνατο! «Χαρὰ ὑμῶν ἐν Θεῷ», «Χαίρετέ μοι φιλόθεοι καὶ καλοὶ νεόθηροι» (νεοσυλληφθέντες στὴν πίστι, νεοφώτιστοι).
ε) Γαλήνια ἀντιμετώπισις τοῦ πόνου. Ἐξ αἰτίας τῶν ἀλλεπάλληλων καὶ σκληρῶν διωγμῶν ὁ θάνατος ἦταν ὁ συχνότερος ἐπισκέπτης στὰ σπίτια τῶν «ὀπαδῶν τοῦ Ναζωραίου», ὅμως δὲν ἐκυριαρχοῦσε γιὰ νὰ δημιουργήσῃ ἀπελπισία καὶ ἀθεράπευτη ὀδύνη. Ἐκυριαρχοῦσε πάντοτε ὁ Χριστός, ὁ Παρηγορητής, ὁ «Πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν» γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀντιμετωπίζετο γαλήνια ὁ πόνος: «Μνησθείη σου, τέκνον ὁ Κύριος», «…. τέκνον τὸ πνεῦμα σου εἰς ἀνάπαυσιν».
Παντοῦ στὶς ἐπιταφίους ἐπιγραφὲς τῶν κατακομβῶν κυριαρχεῖ ἡ ἐξ ὕψους παρηγορία. Γιὰ τὸν ἀπελθόντα τὰ ἀπομένοντα μέλη τῆς οἰκογενείας ἀκράδαντα φρονοῦν ὅτι «ζῇ ἐν Θεῷ».
Εὑρισκόμεθα ὅμως εἰς τήν Μῆλον καί μάλιστα μέ τήν εὐκαιρία τῆς συμπληρώσεως πέντε ἐτῶν ἀπό τήν ἀνακήρυξί της, διά τῶν ἀόκνων κόπων καί συνετῶν φροντίδων τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου της κ. Δωροθέου Β’, εἰς Ἱεράν Νῆσον καί θά ἦταν πρέπον νά ἀναφερθῶ σέ μία ἄγνωστη στούς πολλούς, ἐνῷ θά ἔπρεπε νά εἶναι πασίγνωστη ὡς μνημεῖο ἀθανάτου πολιτισμοῦ ἐπιτάφιο ἐπιγραφή ἀπό τίς κατακόμβες της. Προέρχεται ἀπό τόν τάφο ὁλοκλήρου οἰκογενείας: «Οἱ πρεσβύτεροι οἱ πάσης μνήμης ἄξιοι, Ἀσκλῆπις, καί Ἐλπίζων, καί Ἀσκλῆπις δεύτερος, καί Ἀγαλλίασις διάκονος, καί Εὐτυχία παρθενεύουσα, καί Κλαυδιανή παρθενεύουσα καί Εὐτυχία ἡ τούτων μήτηρ ἔνθα κεῖνται...»
Μία ὁλόκληρη Χριστιανική οἰκογένεια κεῖται ἐδῶ. Μία πολυμελής οἰκογένεια ἀφιερωμένη ἐξ ὁλοκλήρου στόν Θεόν. Μία οἰκογένεια πού ἀνέδειξε ἐργάτας Χριστοῦ. Τρεῖς ἱερεῖς καί τρεῖς παρθένους στήν διακονία τοῦ Κυρίου προσέφερε ἡ ἁγία οἰκογένεια τῆς Μήλου. Καί τά ὀνόματά τους ἀκόμη ἐμπνέουν: Ἐλπίζων ὀνομάζεται ὁ ἕνας ἀπό τούς ἱερεῖς. Ἀγαλλίασις ἡ μία διάκονος καί Εὐτυχία ἡ ἄλλη παρθένος. Εὐτυχία - ὄνομα καί πρᾶγμα - ὀνομάζεται καί ἡ μητέρα. Εὐτυχής ἔζησε μέ τά ἔκγονά της στήν Ἑλλάδα καί συγκεκριμένα ἐδῶ στήν Μῆλο, εὐτυχής τώρα «ζῇ ἐν Θεῷ» στήν ἄνω Ἱερουσαλήμ μέ τά ἕξ εὐλογημένα της παιδιά!
Πόσα δέ ἔχει νά μᾶς ‘πῇ σήμερα ἡ ἐπιγραφή αὐτή καί ἡ οἰκογένεια στήν ὁποία εἶναι ἀφιερωμένη! Σέ μιά ἐποχή πού τήν Χώρα μας τήν μαστίζει ἡ ὑπογεννητικότητα, σέ μιά ἐποχή πού τό ἀντιεκκλησιαστικό καί ἀντικληρικό πνεῦμα ἐδῶ καί ἀρκετά χρόνια ἀποδίδει, δυστυχῶς, καρπούς μέ τό νά μειώνεται ὁ ἀριθμός τῶν Ἱερέων καί οἱ Ἐφημεριακές θέσεις νά κενώνωνται, ἄς χαρῇ ἡ Ἱερά Νῆσος Μῆλος, ἄς χαροῦν τά νησιά τῆς Ἑλλάδος μας πού ἔδωσαν τέτοια διαμάντια στόν Χριστιανικό πολιτισμό, ἔμψυχους ναούς πιό τρανούς ἀπό τά πασίγνωστα καί ἀξιοθαύμαστα ὡς ἔργα τέχνης εἰδωλεῖα. Καί ἄς φιλοτιμηθῇ καί σήμερα ἡ πατρίδα μας νά προσφέρῃ στόν Χριστό τέτοιες οἰκογένειες, ἀληθινούς ζωντανούς θησαυρούς!
Στούς ἁγίους Πάντες ὅμως, ἐκτός ἀπό αὐτούς πού ἀγωνίσθηκαν τόν ἀγῶνα τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς καί ἐβάστασαν μέ καρτερία τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο αὐτό, συμπεριλαμβάνονται καί αὐτοί πού ἐμαρτύρησαν διά Χριστόν τό καθημερινό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως. Οἱ Ὁμολογηταί, πού ὡμολόγησαν τήν καλήν ὁμολογίαν «ἐνώπιον ἐθνῶν τε καί Βασιλέων» (Πραξ. θ’, 15). Οἱ Ἱεράρχαι, πού ἐποίμαναν θεοφιλῶς τό Ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ καί ἐστήριξαν τήν ὀρθή πίστι. Οἱ Ὅσιοι καί οἱ Ἀσκηταί, πού ἐσταύρωσαν τήν σάρκα «σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γαλατ. ε’, 24). Οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου, πού ἔζησαν στήν γῆ τῶν πειρασμῶν καί τῶν δοκιμασιῶν, ἀλλά πού «ἐπολιτεύοντο» σάν νά εὑρίσκονταν στόν οὐρανό. Καί μαζί μ᾿ αὐτούς οἱ Προφῆται, οἱ Δίκαιοι καί οἱ Προπάτορες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού ἔζησαν κατά Νόμον καί «ἐμαρτυρήθησαν διά τῆς πίστεως» περιμένοντες τήν ἐπαγγελία (Πρβλ. Ἑβρ. ια’, 39). Καί ἐξαιρέτως ἡ Ἁγίων Ἁγία Παρθένος καί Θεοτόκος Μαρία.
Ὅλοι οἱ Ἅγιοι ἀγωνίσθηκαν γιά τόν Χριστό σέ ἕνα κοινό στάδιο, τό στάδιο τῆς Χριστιανικῆς ἀρετῆς, ἑνός Θεοῦ δοῦλοι ἦσαν καί ἀπ᾿ Αὐτόν ἀξίως ἔλαβαν τούς στεφάνους τῆς νίκης. Ἔτσι ἡ κοινή Τους ἑορτή, σήμερα, εἶναι κοινή παρόρμησις σ᾿ ὅλους τούς πιστούς, πού πιστεύουν στόν αὐτόν Χριστόν, πού εἶναι δοῦλοι τοῦ ἰδίου Θεοῦ καί ἀγωνίζονται ὅπως καί ὅλοι ἐκεῖνοι στόν στίβο τοῦ ἀθλήματος τῆς κατά Χριστόν πολιτείας. Παρόρμησις, ἀλλά καί βεβαία ἐλπίς, ὅτι τήν δόξα ἐκείνων θά κατακτήσουν καί οἱ σημερινοί ἀγωνιστές καί στό χορό ἐκείνων θά συναριθμηθοῦν καί ἐκεῖνοι, πού βαστάζουν σήμερα «τό βάρος τῆς ἡμέρας καί τόν καύσωνα» (Ματθ. κ’, 12). Ὅτι ἡ ἑορτή αὐτή θά εἶναι αὔριο καί δική μας ἑορτή, ὅταν ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ εὐδοκήσῃ νά μᾶς καλέσῃ στόν εὐτυχῆ κόσμο τῆς θριαμβεύουσας στόν οὐρανό Ἐκκλησίας. Γιατί μέ τήν ἐλπίδα αὐτή ζοῦν τά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι καί αὐτά πού ἀκούουν σήμερα τό: «Τοῦ Κυρίου μου πάντας ὑμνῶ τούς φίλους. Εἴ τις δέ μέλλων, εἰς τούς πάντας εἰσίτω», κάποτε θά συνεορτάζουν καί θά συνεορτάζωνται μαζί μέ Αὐτούς. Γένοιτο!